Η επιτροπή κάλεσε τις κυβερνήσεις να επιβάλλουν 3-4 ώρες ημερήσια μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τις περιόδους αιχμής. Αν και η επιλογή αυτών των χρόνων για τη μείωση της κατανάλωσης είναι στη διακριτική ευχέρεια των «27», το γεγονός ότι η εξοικονόμηση αφήνει έναν προαιρετικό χαρακτήρα και γίνεται υποχρεωτική καταδεικνύει τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Το κοινοτικό προσχέδιο προβλέπει τα παραπάνω υπό το φως της σημερινής δήλωσης της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen. Αν και έχει προσφερθεί ευελιξία στην κυβέρνηση, όπως η δυνατότητα υποχρεωτικών μειώσεων της κατανάλωσης που ισχύει και σε περιόδους που η παραγωγή ΑΠΕ είναι χαμηλή, πιστεύεται ότι αυτό θα προκαλέσει νέες προστριβές, όπως συνέβη την περασμένη Παρασκευή στο Υπουργικό Συμβούλιο. Ενέργεια για τον τρόπο επίλυσης της ενεργειακής κρίσης.
Το έγγραφο περιλαμβάνει πολλές άλλες γνωστές προτάσεις της ΕΕ βάσει των οποίων οι καταναλωτές, όπως η βιομηχανία, θα μπορούν να μειώσουν την κατανάλωση μέσω δημοπρασιών με αντάλλαγμα την αποζημίωση. Αυτά τα μέτρα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά περίπου 1,2 bcm σε μια περίοδο 4 μηνών. Αυτό αντιπροσώπευε περίπου το 3,8% της ενεργειακής κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά την ίδια περίοδο.
Εκτός από την υποχρεωτική μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, το προσχέδιο συνοδεύεται από μέτρα όπως πανευρωπαϊκά ανώτατα όρια για τα «διογκωμένα κέρδη» για τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας και προσωρινές εισφορές σε εταιρείες ορυκτών καυσίμων, δηλαδή όσες συμμετέχουν στην παραγωγή. Πετρέλαιο, φυσικό αέριο, άνθρακας.
Πανευρωπαϊκό πλαφόν στα υπερκέρδη
Η παραλλαγή του ελληνικού μοντέλου βρίσκεται στο επίκεντρο όσων συζητώνται την περίοδο αυτή στις Βρυξέλλες. Η πρόταση αφορά ένα ευρωπαϊκό πλαφόν τιμής για τεχνολογίες παραγωγής ρεύματος φθηνότερες από εκείνες που καθορίζουν την Οριακή Τιμή (δηλαδή του φυσικού αερίου). Σύμφωνα με το κοινοτικό έγγραφο, αυτές οι τεχνολογίες απέφεραν απροσδόκητα υψηλά κέρδη στους παραγωγούς, καθώς αμείβονται στην Οριακή Τιμή, όταν το λειτουργικό τους κόστος είναι χαμηλό. Το ανώτατο όριο θα τεθεί, διασφαλίζοντας την κάλυψη του κόστους για τις ΑΠΕ και τις μονάδες άνθρακα. Το τίμημα θα καθοριστεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζει πως παραμένουν επαρκή επενδυτικά κίνητρα.
Τα επιπλέον έσοδα θα καταλήγουν σε ευάλωτα νοικοκυριά και επιχειρήσεις εκτεθειμένες στην κρίση, μέσω ενός μηχανισμού παρόμοιου με το ελληνικό Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης. Το έγγραφο πάντως μιλά για στοχευμένη στήριξη γενικά των καταναλωτών και των επιχειρήσεων, χωρίς να εστιάζει μόνο στους ευάλωτους, όπως παλαιότερο που είχε δει το φως της δημοσιότητας την εβδομάδα που πέρασε.
Εισφορά αλληλεγγύης στον κλάδο ορυκτών καυσίμων
Το έγγραφο επαναλαμβάνει επίσης την πρόταση επιβολής φόρου στον κλάδο των ορυκτών καυσίμων. Αφορά τα εξαιρετικά μεγάλα κέρδη των εταιρειών του κλάδου και την επιβολή σε αυτές μιας εισφοράς αλληλεγγύης. Το μέτρο θα εφαρμοστεί σε όλες τις εταιρείες πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα. Ο σχεδιασμός επιβολής του εν λόγω φόρου είναι απλός. Αρκεί να χρησιμοποιηθούν ως βάση τα κέρδη προ φόρων των εταιρειών. Τα έσοδα από την εισφορά θα χρηματοδοτούν τη μείωση των λογαριασμών ενέργειας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις ή και για την υποστήριξη μιας ταχύτερης μετάβασης στην πράσινη ενέργεια. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει υποστήριξη σε εταιρείες, ιδίως σε τομείς εντάσεως ενέργειας, όπως για παράδειγμα τα λιπάσματα.
Αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών
Στο προσχέδιο γίνεται ειδική αναφορά στην ανάγκη επίδειξης αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών και στην ανάγκη να δεσμευτούν από κοινού στην εξοικονόμηση, παρ’ ότι δεν επηρεάζονται όλα το ίδιο από την ενεργειακή κρίση. Η μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τις ώρες αιχμής θα έχει ως αποτέλεσμα τη μειωμένη ανάγκη για εισαγωγές αερίου σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Τα κράτη μέλη καλούνται να συμβάλλουν στην κοινή προσπάθεια, καθώς μόνο έτσι το μέτρο θα φέρει αποτελέσματα. Διαφορετικά, τα εθνικά μέτρα που λαμβάνει κάθε χώρα, δίχως συντονισμό με τις υπόλοιπες, θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια του εφοδιασμού και οδηγώντας πιθανώς σε περαιτέρω αυξήσεις των τιμών σε όσα κράτη πλήττονται περισσότερο από την κρίση.
Στην ουσία, διαβάσαμε, ότι η Κομισιόν καλεί τις κυβερνήσεις να επιδείξουν αλληλεγγύη προς χώρες, όπως η Γερμανία που δοκιμάζεται περισσότερο, και να υιοθετήσουν μέτρα, απέναντι στα οποία πολλές κυβερνήσεις τηρούν ακόμη λίαν επιφυλακτική στάση.