Η πρόσφατη εισαγωγή της συνδρομητικής υπηρεσίας της Meta στην Ευρώπη, η οποία δεν περιλαμβάνει διαφημίσεις επί πληρωμή, σηματοδοτεί μια τεράστια στροφή για την εταιρεία. Η υπηρεσία, που εφαρμόζεται στο Facebook και στο Instagram, επιτρέπει στους χρήστες να επιλέξουν μια εμπειρία περιήγησης χωρίς στοχευμένες διαφημίσεις, με κάποιο κόστος. Αν και η κίνηση αυτή φαίνεται να ευθυγραμμίζεται με τους κανονισμούς της ΕΕ που απαιτούν την συγκατάθεση των χρηστών όσον αφορά τη χρήση δεδομένων για διαφημίσεις, έχει προκαλέσει μια κρίσιμη συζήτηση σχετικά με τη φύση της συναίνεσης και την έννοια του “τέλους προστασίας της ιδιωτικής ζωής”.
Το συνδρομητικό μοντέλο της Meta, με τιμή 9.99 ευρώ μηνιαίως για τους χρήστες του διαδικτύου και ελαφρώς υψηλότερη για τους χρήστες κινητών τηλεφώνων, βασίζεται στην παραδοχή ότι οι χρήστες μπορούν να επιλέξουν μεταξύ μιας δωρεάν, υποστηριζόμενης από διαφημίσεις υπηρεσίας ή μιας επί πληρωμή, χωρίς διαφημίσεις. Η προσέγγιση αυτή θεωρείται ως απάντηση σε μια απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου της Ευρώπης και παρουσιάζεται ως μια ισορροπημένη λύση που σέβεται τόσο τις κανονιστικές απαιτήσεις όσο και τις προτιμήσεις των χρηστών.
Ωστόσο, η προσέγγιση αυτή έχει συναντήσει έντονες επικρίσεις από τη NOYB, μια ομάδα ψηφιακών δικαιωμάτων με έδρα τη Βιέννη. Υποστηρίζουν ότι η συνδρομή θέτει ουσιαστικά μια τιμή στην ιδιωτικότητα, υπονομεύοντας την ουσία της ελεύθερης συναίνεσης, όπως περιγράφεται στο δίκαιο της ΕΕ. Σύμφωνα με τη NOYB, το μοντέλο αυτό αναγκάζει τους χρήστες να πληρώνουν έως και 250 ευρώ ετησίως για την προστασία των δεδομένων τους, μια στάση που αμφισβητεί το θεμελιώδες δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων.
Η διαμάχη αγγίζει ευρύτερα ζητήματα της ψηφιακής οικονομίας – την ισορροπία μεταξύ της δημιουργίας εσόδων και των δικαιωμάτων των χρηστών και τον ρόλο των Big Tech στη διαμόρφωση των επιλογών των χρηστών. Η καταγγελία της NOYB να έχει πλέον υποβληθεί στην αυστριακή Αρχή Προστασίας Δεδομένων και ενδεχομένως να περάσει στην ιρλανδική αρχή προστασίας δεδομένων. Αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει προηγούμενο στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται η ψηφιακή συναίνεση και η ιδιωτικότητα, όχι μόνο από τη Meta, αλλά και σε ολόκληρη την τεχνολογική βιομηχανία.