Ο αποκλεισμός της Huawei από την αμερικανική αγορά έχει ήδη πλήξει τον κινεζικό κολοσσό περισσότερο από όσο είχε εκτιμήσει αρχικά. Αυτή είναι η διαπίστωση του Ρεν Ζενγκφέι, ιδρυτή και διευθύνοντος συμβούλου της μεγαλύτερης στον κόσμο εταιρείας υλικού τηλεπικοινωνιών και δεύτερης στις πωλήσεις έξυπνων κινητών.
«Δεν περιμέναμε να μας πλήξουν σε τόσο πολλές πλευρές», τόνισε ο κ. Ρεν μιλώντας στα κεντρικά γραφεία της Huawei στη Σεντζέν, αναφερόμενος στις επιπτώσεις που επιφέρει ο αποκλεισμός της εταιρείας από την αμερικανική αγορά. Διευκρίνισε πως οι πωλήσεις smartphones της εταιρείας έχουν μειωθεί κατά 40% σε παγκόσμιο επίπεδο. Υποβάθμισε παράλληλα τις προβλέψεις του για τα έσοδα της εταιρείας το τρέχον έτος και εξέφρασε την εκτίμηση πως τα έσοδά της θα είναι κατώτερα από τις προηγούμενες προβλέψεις της κατά 30 δις. δολάρια.
Προσέθεσε πως το 2018 τα έσοδα της Huawei έφτασαν τα 104 δις. δολάρια και τώρα η εταιρεία εκτιμά πως τη διετία 2019-2020 δεν θα ξεπεράσουν τα 100 δις. δολάρια. Όπως τόνισε, αρχικός στόχος της εταιρείας ήταν να αυξήσει φέτος τα έσοδά της φτάνοντας τα στα 125 δις. δολάρια για να τα αυξήσει περαιτέρω το 2020 στα 130 δις. δολάρια.
Είναι η πρώτη φορά που η Huawei υπολογίζει ποσοτικά τον αντίκτυπο του αποκλεισμού της από την αμερικανική αγορά. Κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, πάντως, αναλυτές του Bloomberg ανέφεραν πως ο κινεζικός κολοσσός προετοιμάζεται για μείωση των πωλήσεων smartphones κατά 40% έως 60% παγκοσμίως. Όπως τόνισε ο ιδρυτής της, η εταιρεία δεν περίμενε πως η πρόθεση της Ουάσιγκτον να τη «συνθλίψει» θα ήταν «τόσο ισχυρή και με τόσο μεγάλες συνέπειες».
Διευκρίνισε ότι ο κινεζικός κολοσσός «δεν μπορεί να προμηθευτεί τμήματα και ανταλλακτικά, δεν μπορεί να συμμετάσχει σε πολλούς διεθνείς οργανισμούς, δεν μπορεί να συνεργαστεί στενά με πολλά πανεπιστήμια, δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει οτιδήποτε έχει τμήματα αμερικανικής κατασκευής και δεν μπορεί να συνδεθεί με δίκτυα που χρησιμοποιούν τέτοιου είδους συστατικά».
Υπενθυμίζεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος απαγόρευσε στις αμερικανικές εταιρείες τη συνεργασία με την Huawei επικαλούμενος λόγους εθνικής ασφάλειας. Έλαβε τη σχετική απόφαση σε μια στιγμή που οι συνομιλίες με την Κίνα είχαν περιέλθει σε αδιέξοδο και οι δύο πλευρές αλληλοκατηγορούνται ότι υπονόμευσαν τη σύναψη συμφωνίας. Στη συνάντηση του ιδρυτή της Huawei με τα στελέχη και το προσωπικό της συμμετείχαν δύο Αμερικανοί εμπειρογνώμονες επί θεμάτων τεχνολογίας, οι Τζορτζ Γκίλντερ και Νίκολας Νεγκροπόντε.
Παρεμβαίνοντας στη σχετική συζήτηση, ο Νεγκροπόντε, ιδρυτής του εργαστηρίου ΜΜΕ στο ΜΙΤ, χαρακτήρισε «σφάλμα» την απόφαση Τραμπ. Υπογράμμισε, επίσης, ότι ο Αμερικανός πρόεδρος «έχει δηλώσει δημοσίως πως θα επανεξετάσει το θέμα της Huawei αν μπορέσει να συνάψει συμφέρουσα εμπορική συμφωνία», για να καταλήξει στο συμπέρασμα πως «δεν πρόκειται για θέμα εθνικής ασφάλειας αλλά για κάτι άλλο».
Η ανακοίνωση του κ. Ρεν εξέπληξε την αγορά, καθώς η εταιρεία επέμενε επί εβδομάδες ότι είναι αυτάρκης και δεν πρόκειται να πληγεί από τις οικονομικές επιθέσεις του Αμερικανού προέδρου. Η απαγόρευση όμως έχει εξωθήσει εταιρείες όπως η Alphabet, μητρική της Google, και η βρετανική βιομηχανία μικροεπεξεργαστών ARM να περιορίσουν σημαντικά ή και να διακόψουν πλήρως τη συνεργασία τους με την κινεζική εταιρεία.
Σημειωτέον ότι η Κίνα έχει θέσει στόχο να επιτύχει πλήρη αυτάρκεια στον τομέα των ημιαγωγών και γενικότερα να αναδειχθεί σε παγκόσμια δύναμη στην υψηλή τεχνολογία. Παράγοντες της βιομηχανίας έχουν, πάντως, εκφράσει επιφυλάξεις για το κατά πόσον μπορούν οι κινεζικές βιομηχανίες μικροεπεξεργαστών να καλύψουν σύντομα τις ανάγκες της Huawei και άλλων εγχώριων εταιρειών υψηλής τεχνολογίας.
[signoff]